- οροθέτηση
- ηβλ. οροθεσία.
Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого). 2014.
Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого). 2014.
οροθέτηση — η τοποθέτηση οροσήμων, προσδιορισμός ορίων, οροθεσία. [ΕΤΥΜΟΛ. < οροθετώ. Η λ., στον λόγιο τ. ὁροθέτησις, μαρτυρείται από το 1855 στον Γκ. Γ. Λάτρη] … Dictionary of Greek
Αίγυπτος — I Κράτος της βορειοανατολικής Αφρικής και (σε μικρό μέρος) της δυτικής Ασίας.Συνορεύει στα Δ με τη Λιβύη, στα Ν με το Σουδάν και στα ΒΑ με το Ισραήλ, ενώ βρέχεται στα Β από τη Μεσόγειο θάλασσα και στα Α από την Ερυθρά θάλασσα.Η Α. (αλ… … Dictionary of Greek
άπειρο — Το ατελείωτο, το απέραντο· το αναρίθμητο· ειδικότερα, το σύμπαν, το διάστημα. (Μαθημ.) Ήδη από την αρχαιότητα, η μαθηματική ανάλυση του α. συνδέεται στενά με τη φιλοσοφική αναζήτηση. Ονομαστά προβλήματα σχετικά με το ά., όπως τα παράδοξα του… … Dictionary of Greek
διαχάραξη — η (Α διαχάραξις) διάσχιση, διάνοιξη αυλακιών με αιχμηρό όργανο νεοελλ. οροθέτηση, καθορισμός τών ορίων ενός τόπου … Dictionary of Greek
κίνα — Επίσημη ονομασία: Λαϊκή Δημοκρατία της Κίνας Έκταση: 9.596.960 τ. χλμ. Πληθυσμός: 1.284.303.705 κάτ. (2002) Πρωτεύουσα: Πεκίνο ή Μπεϊτζίνγκ (6.619.000 κάτ. το 2003)Κράτος της ανατολικής Ασίας. Συνορεύει στα Β με τη Μογγολία και τη Ρωσία, στα ΒΑ… … Dictionary of Greek
μεσαίωνας — Ονομάζεται γενικά Μ. η περίοδος της ευρωπαϊκής ιστορίας, που ορίζεται από την κατάλυση της Δυτικής Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας (476) και την ανακάλυψη της Αμερικής (1492). Σχετικά με τη χρονολογική οροθέτηση του Μ. έχουν υποστηριχθεί και άλλες απόψεις … Dictionary of Greek
οροσήμανση — η καθορισμός μιας έκτασης με τη χρήση οροσήμων, τοποθέτηση οροσήμων, οροθέτηση. [ΕΤΥΜΟΛ. < οροσημαίνω. Η λ. μαρτυρείται από το 1789 στα Έγγραφα Ελληνικού Δημοσίου] … Dictionary of Greek
σκύλος — Δακτυλοβάμον θηλαστικό της οικογένειας των Κυνιδών, της τάξης των σαρκοφάγων. Ανάλογα με τις ράτσες, ο κατοικίδιος σ. (Canis familiaris) έχει σχήμα και όψεις αξιοσημείωτα διαφορετικές· οι διαστάσεις του μπορούν να ποικίλλουν από πάνω από 90 εκ.… … Dictionary of Greek
Αγκόλα — Κράτος της ΝΔ Αφρικής.Συνορεύει στα Β και ΒΑ με τη Λαϊκή Δημοκρατία του Κονγκό (πρώην Ζαϊρ), στα Α με τη Ζάμπια, στα Ν με τη Ναμίμπια, ενώ Δ βρέχεται από τον Ατλαντικό ωκεανό.Η Α. εκτείνεται στα νότια της λεκάνης του ποταμού Κονγκό στη ΝΔ Αφρική … Dictionary of Greek
Αλγερία — I (Αστρον.).Αστεροειδής που το φαινόμενο μέγεθός του στη μέση αντίθεσή του είναι ίσο προς 14,6, ενώ αν βρισκόταν σε απόσταση μιας αστρονομικής μονάδας από τον Ήλιο και από τη Γη θα είχε φαινόμενο μέγεθος 10,5. II Κράτος της βορειοδυτικής… … Dictionary of Greek